Οταν η καταγωγή σου σε χτυπάει στο κεφάλι και σου θυμίζει

Κυριακή, Νοεμβρίου 22, 2015
Είπα να ξανακαθίσω να δω τη "Πολίτικη κουζίνα". Μία ταινία που αγάπησα όταν τη πρωτοείδα και από τότε μπορεί να την έχω δει με τη σημερινή καμιά δεκαριά φορές

Και την αγαπάω όχι για τη σκηνοθεσία ή για τη φωτογραφία ή για τα σκηνικά, εγώ είμαι από χωριό που έλεγε και η μάνα μου, δεν ξέρω από αυτά. Την αγαπάω όμως γιατί μου θυμίζει τα παιδικά μου χρόνια. Βλέπεις ..... η σκούφια μου κρατάει από Σμύρνη.  Και αυτή η ταινία μου θυμίζει πολλά από τα τραπέζια μας, και από τις μαζώξεις της οικογένειας, που έπρεπε οπωσδήποτε να γίνονται, και από ολες τις συνήθειες.

Πρώτα ας πιάσουμε τα τραπέζια. Και πιάνω αυτά πρώτα γιατί όλα στη ζωή μας γινόταν για ένα τραπέζι. Όχι ντε και καλά για το φαί, αλλά γιατί έπρεπε η οικογένεια να μαζευτεί, να συγκεντρωθεί και ας ήμασταν όλοι τσακωμένοι, δεν είχε σημασία. Η μάνα μου με τη κουνιάδα της, η γιαγιά μου με τη μάνα της, ο πατέρας μου με την αδερφή του, εγώ με τον αδερφό μου, ο παππούς μου με όλους (ήταν κέρβερος ο Σμυρνιός). Η συγκέντρωση άρχιζε μία βδομάδα πριν. Όχι αυτή καθεαυτή αλλά η προετοιμασία της. Για παράδειγμα, ήταν του Προφήτη Ηλία. Ο παππούς μου γιόρταζε. Έπρεπε αν δουλευες, να κανονίσεις έτσι τις δουλειές σου ώστε εκείνη την ημέρα να μην έχεις κανονίσει τίποτα για το μεσημέρι γιατί θα μαζευόμασταν για τη γιορτή του. Επίσης οι γυναίκες, μάνα θείες γιαγιά, έπρεπε να προετοιμάσουν τι θα μαγειρέψει η καθεμία. Σιγουράκια η κιμαδόπιτα της θείας μου με τραγανό χειροποίητο φύλλο και αρκετό λάδι, κοινώς έτρωγες μία μπουκιά και η βαρύτητα σε τραβούσε περισσότερο στη γη, γεμιστά από τη γιαγιά μου (καλοκαιράκι βλέπεις), ιμαμ μπαϊλντί από τη μαμά μου και σαλάτες όπως τζατζίκι, χτυπητή (τυροκαφτερή), μελιτζανοσαλάτα μοσχομυριστή, πατατοσαλάτα, παστουρμάς, ντολμάδες γιαλαντζί και γιαπράκια, και ό,τι άλλο σε βοηθούσε να γλυστρίσει καλύτερα το ψητό, διότι δεν ξέρω αν σας το είπα, υπήρχε και κρεατάκι, διότι όλα τα άλλα είναι απλώς "μεζεκλίκια". Μία φορά ο μπαμπάς μου δεν μπόρεσε ο καϋμένος να έρθει λόγω δουλειάς, κάτι έκτακτο του έτυχε, και το τι άκουσεεεεεε δεν λέγεται από τον παππού μου. Άσε που δεν έφαγε κανένας και απλά τα πήραμε πίσω και φάγαμε σπίτι όταν γυρίσαμε. Τα Χριστούγεννα πάντα ήμασταν πάλι εκεί. Το σιγουράκι των Χριστουγέννων κοτόπουλο στιφάδο. Κάθε Χριστούγεννα το φτιάχνω, και όταν το σπίτι μοσχομυρίσει μαυροδάφνη, μπαχάρι, κρεμμυδάκια,δάφνη.... η καρδιά μου φτερουγίζει σαν τότε.

Στη ταινία αναφέρει το τηλέφωνο που χτυπάει κατα τη διάρκεια του τραπεζιού, και ήταν κακός οιωνός. Ακόμα χτυπάει δυνατά η καρδιά μου όταν ετοιμάζουμε τραπέζι και χτυπάει το τηλέφωνο. Φοβάμαι. Μου έχει μείνει αυτός ο φόβος. Ότι κάτι κακό θα μου πουν στο τηλέφωνο. Για αυτό το αφήνω και χτυπάει, ή το κλείνω, ή το βάζω στο αθόρυβο. Ακόμα και όταν είναι στο αθόρυβο, και να έχουμε τελειώσει, και δω ότι είχα αναπάντητη η καρδιά μου πάει να σπάσει. "Ποιος μπορεί να πήρε τέτοια ώρα και ήταν τόσο σημαντικό άραγε;". Ναι ακόμα κάθε μέρα το φοβάμαι.

Το που θα καθίσει ο καθένας στο τραπέζι! Ε ναι! Ακόμα με κυνηγάει. Αν έχω τραπέζι και είμαστε έστω και 4 άτομα, θα πρέπει να έχω κανονίσει στο μυαλό μου που θα καθίσει ο καθένας. Περιττο να αναφέρω ότι και δύο άτομα να είμαστε πάλι το κανονίζω. Μία φορά τόλμησε κάποιος να καθίσει χωρίς να με ρωτήσει που πρέπει να κάτσει, εκεί που ήθελε. Τον σήκωσα για να καθίσει εκεί που έπρεπε. Μα γιατί με ρωτούσε!! Οοοοοχι ΕΚΕΙ θα κάτσεις. Ακόμα θυμάμαι τους ατελείωτους συνδυασμούς σε μεγάλα τραπέζια στη γιαγιά μου. Το τι υπολογισμοί γινόντουσαν για το που θα κάτσει κάποιος δεν λέγεται. Δεν έπρεπε να κάτσει κάποιος δίπλα σε κάποιον άλλον που ήταν σκοτωμένοι, αλλά θα έπεφτε μακρυά από το τζατζίκι. Κάτσε να βάλουμε άλλο ένα τζατζίκι εδώ να φτάνει. Ναι αλλά τις πατάτες θα τις φτάνει; Δεν έπρεπε κάποιος που ίσως ήταν πιο ευαίσθητος (όπως ο ξάδερφός μου) κοντά στη πόρτα διότι ΑΝ άνοιγε, μπορεί να κρύωνε, αλλά δεν θα έπρεπε να είναι και μακρυά από τη σόμπα αλλιώς να φορούσε μία ζακέτα. Ατελείωτοι οι συνδυασμοί. Τρομερό επίπεδο δυσκολίας αν έρχοταν ένας επισκέπτης εκείνη τη στιγμή χωρίς να τον περιμένουμε. Εννοείται πως δεν θα έφευγε χωρίς να φάει, θα τον μπούκωνες με το ζόρι, αλλά ... που θα καθόταν;;; Εκεί να δεις δίλλημα. Το τι θα φάει ήταν το λιγότερο γιατί φαί σίγουρα θα υπήρχε

Στη ταινία μιλάει για τον προσανατολισμό. Μέχρι να δω τη σκηνή με τους γέρους να ψάχνονται που βρίσκονται για να δώσουν μία κατεύθυνση σε μία περαστική που τους ρώτησα, δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι είχα και εγώ αυτό το χούι. Που το πήρα από τον παππού μου που με πήγαινε με το κάρο στο αμπέλι και μου έδειχνε το βορρά και το νότο και ότι εμείς πηγαίναμε προς τα ανατολικά, και όταν έλεγε ανατολικά έλεγε κάτι στα τούρκικα που δεν καταλάβαινα και ψιλοβούρκωνε, και για να το ξεπεράσει έδινε μία στο άλογο και προσπαθούσε να το ξεχάσει. Πάντα θέλω να ξέρω τον προσανατολισμό μου. Δεν υπάρχει περίπτωση να μη ξέρω που βρίσκομαι. Και αν δεν ξέρω, πρέπει οπωσδήποτε να μάθω, μέχρι να αρρωστήσω τον άλλον που ρωτάω να με βοηθήσει. Όταν μάθω, ησυχάζω

Τα τούρκικα και οι αναμνήσεις. Πόσες φορές ο παππούς μου έλεγε κάτι τουρκικα που εγώ γελούσα που μου άρεσε να τα λέει αλλά δεν καταλάβαινα. Το σίγουρο που καταλάβαινα ήταν όταν όσο μεγάλωνα ντυνόμουνα και πιο όμορφα σε κάθε του γιορτή και με το που με έβλεπε, γιατί ήμουν και το μόνο κορίτσι ανάμεσα στα εγγόνια του, μου έλεγε όλο θαυμασμό "αααααα τσοκ γκιουζέλ γιαβρί μ'" και ήξερα ότι έλεγε ότι του αρέσει πολύ αυτό που βλέπει και χαμογελούσα. Πολλές φορές τον άκουγα να λέει την ιστορία που ήρθανε από τη Σμύρνη με τα αδέρφια του και ποτέ δεν τη βαριόμουν. Πως τους κυνηγούσαν οι Τούρκοι στη παραλία της Σμύρνης και αυτοί με ότι μπόρεσαν να πάρουν στα χέρια τους, να προσπαθούν να βρουν κάποιον να τους πάρει με το πλοίο τους, και τελικά μπόρεσαν να μπουν λαθρεπιβάτες σε ένα Αγγλικό πλοίο. Τον θυμάμαι πως έκλεινε τα μάτια για να απολαύσει όταν άκουγε στο ράδιο κανά τραγούδι ξόφαλτσο σε ρυθμό αμανέ να παίζει με το βιολί και το κανονάκι να ορίζουν την καταγωγή του τραγουδιού.

Όλη αυτή η Σμύρνη που δεν γνώρισα ποτέ και δεν έχω επισκεφθεί ποτέ, είναι μέσα στη καρδιά μου, μέσα από τις αναμνήσεις από τον παππού μου. Και το κανονάκι είναι πάντα εκεί για να μου φέρνει πάντα τις μυρωδιές που μου ζωντανεύουν τις αναμνήσεις, και να μου ορίζει ξανά τις αξίες της οικογένειας, της αλήθειας, της ειλικρίνιας (και ας μαλώνεις), της ζεστής καρδιάς και της χαμένης πατρίδας που ποτέ δεν ένιωσα από κοντά αλλά αγάπησα.

Share this

Related Posts

Previous
Next Post »